- Προλογίζει ο καθηγητής στη Νομική Σχολή ΑΠΘ κ. Αναστάσιος Φρέρης:
Σπουδαίοι νομικοί, όπως ο Αλέξανδρος Βαμβέτσος, ο Χαράλαμπος Φραγκίστας, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, ο Δημήτριος Ευρυγένης και (σχετικά πρόσφατα) ο Φαίδων Βεγλερής, έχουν ασχοληθεί (και αγωνιστεί!) κατά καιρούς για να επιτύχουν την (επί δικαστηρίω!) ισότιμη μεταχείριση της Καθολικής Εκκλησίας στην Ελλάδα. Και μαζί τους μια μικρή στρατιά, καθολικών στο δόγμα, νομικών της καθημερινής πράξης (Σανταντόνιο, Ευστρατιάδης, Κωνστάντε, Καμηλιέρης), συνεπικουρούμενοι από ικανούς συναδέλφους τους του ορθόδοξου δόγματος (Τσώπρος, Ανδρεάδης, Βουτυράς). Και όλοι αυτοί άνοιξαν δρόμους και παρήγαγαν έργο. Απέδειξαν ότι και στην Ελλάδα υπάρχουν Δικαστές. Αλλά και έντιμοι και φωτισμένοι, με την καθημερινή διοίκηση του κράτους ασχολούμενοι, δημόσιοι υπάλληλοι.
Το αποτέλεσμα του αγώνα όλων των παραπάνω νομικών αποτυπώθηκε σε δεκάδες δικόγραφα που πήραν τη θέση τους στο συρτάρι κάποιου αρχείου. Και όταν έπαψαν να είναι επίκαιρα, σχεδόν ξεχάστηκαν.
Ήδη από τα πολύ νεανικά τους χρόνια οι καθολικού δόγματος σημερινοί νομικοί της πράξης άκουγαν, συχνά, τη φράση: «Όνειρό μου είναι, όταν συνταξιοδοτηθώ, να συγκεντρώσω όλο το νομικό υλικό που αφορά την Καθολική Εκκλησία και να το εκδώσω σε μορφή βιβλίου». Και την άκουγαν από «δευτερογενείς πηγές». Από μεγαλύτερους συναδέλφους τους που και εκείνοι την είχαν ακούσει από παλαιότερους νομικούς παραστάτες της Εκκλησίας μας, τους οποίους είχαν διαδεχτεί στα καθήκοντα, αλλά και στο όνειρο. Και έτσι το όνειρο «κληροδοτήθηκε» και στην επόμενη και μεθεπόμενη γενιά νομικών.
Με τον καιρό έμαθαν και οι νεότεροι να επαναλαμβάνουν τη φράση. Σχεδόν αυτολεξεί. Και άρχισαν όλοι να συγκεντρώνουν το υλικό που θα αποτελούσε τη βάση για ένα τέτοιο εγχείρημα. Αλλά με τα χρόνια ο φάκελος όπου φύλαγαν τα σχετικά έγγραφα, αντί να αυξάνει σε μέγεθος, μειωνόταν. Σαν τα φύλλα του φθινοπώρου, τα έγγραφα σκόρπιζαν για να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες μιας δίκης, ή μιας αιτήσεως προς τη διοίκηση, και δεν ξαναγύριζαν στην ασφάλεια του αρχείου. Και με τα χρόνια το όνειρο φάνηκε να ξεθωριάζει. Και να μοιάζει μη πραγματοποιήσιμο.
Μέχρις ότου ανέλαβε να το κάνει πράξη ένας χαλκέντερος εργάτης της Εκκλησίας μας, που είχε ήδη δώσει ικανότατα δείγματα γραφής και σε τομείς ξένους προς την κύρια ειδικότητά του. Ο π. Ιωάννης Ασημάκης. Που έχει τα κατάλληλα προσόντα προς τούτο. Αξιοθαύμαστη μεθοδικότητα, υποδειγματική υπομονή, πεισματική επιμονή, αξιολογότατη εμπειρία στον εκδοτικό τομέα, ζηλευτή ικανότητα περί τον εντοπισμό του σπουδαίου και σημαντικού (αλλά και του απλώς χρήσιμου), αλλά και μεγάλη αγάπη για την Εκκλησία μας και ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τα θέματα που την ταλανίζουν ή, απλώς, την απασχολούν.
Δεν ήταν καθόλου εύκολο το εγχείρημα. Απαίτησε πολύ μόχθο και χρόνο για να εντοπιστεί το υλικό, που έπρεπε αναζητηθεί σε διάφορα αρχεία, να τιθασευτεί και να λάβει μορφή και σχήμα. Ωστόσο το αποτέλεσμα δικαιώνει απολύτως την πολυετή προσπάθεια.
Μέσα από τις σελίδες του παρόντος πονήματος ανιχνεύεται η σύγχρονη ιστορία της εν Ελλάδι Καθολικής Εκκλησίας.
Ο απλός αναγνώστης μπορεί να βρει πολύτιμες πληροφορίες και στοιχεία χρησιμότατα για την επίλυση ενός νομικού προβλήματος.
Αλλά ο προϊδεασμένος μελετητής θα μπορέσει να εντοπίσει κάτι περισσότερο.
Πρώτα τους σκληρούς και πολύχρονους αγώνες που έδωσε η Εκκλησία μας για να επιτύχει το αυτονόητο: Την ισονομία. Διότι ποτέ δεν ζήτησε κάτι περισσότερο, παρά την ισότητα ενώπιον του νόμου. Κάτι που πολλοί, συνεχώς και με διάφορες προφάσεις, της το αρνιούνταν ως δικαίωμα. Κατάσταση που συνεχίζεται και στις μέρες μας.
Και έπειτα τη σταθερή θέση των ελληνικών δικαστηρίων τα οποία (εκτός από μία πραγματικά ατυχή περίπτωση) επέμεναν και επιμένουν να μεταχειρίζονται ισότιμα την Εκκλησία μας, παρά την εκφρασμένη αντίθετη επιθυμία εκείνων που ασκούν ιδιαίτατη και συνήθως κεκαλυμμένη επιρροή στα θρησκευτικά ζητήματα.
Είναι σίγουρο ότι η συλλογή των κειμένων που ακολουθούν θα αποδειχτεί πολλαπλώς χρήσιμη για το νομικό της πράξης και ανέλπιστα πολύτιμη για τον ιστορικό και νομικό ερευνητή.
Και ευχόμαστε στο επιμελητή της εκδόσεως να έχει το χρόνο και τη διάθεση να εμπλουτίσει το πόνημά του με ό,τι νεότερο υλικό προκύψει στο μέλλον, αλλά και με ό,τι παλαιότερο εντοπίσει ξεχασμένο σε κάποιο αρχείο.
Θεσσαλονίκη 8 Νοεμβρίου 2014
Αναστάσιος Φρέρης